Επίσημη Ορολογία 

 

Βολέ: Χτύπημα της μπάλας με το πόδι όταν αυτή είναι στον αέρα.

 

Γκελάρω: Αναπηδώ λέγετε για την μπάλα.

 

Διώξιμο: Η απομάκρυνση της μπάλας από την άμυνα με το πόδι ή με κεφαλιά.

 

Ελεύθερο χτύπημα: Μπαλιά με την οποία ξαναρχίζει το παιχνίδι έπειτα από άουτ, φάουλ, οφσάιντ ή άλλη παράβαση. Στο άμεσο ελεύθερο χτύπημα επιτρέπεται απευθείας σουτ για γκολ, στο έμμεσο όχι.

 

Έξοδος: Η κίνηση του τερματοφύλακα από το τέρμα του προς τον επιθετικό που έχει την μπάλα, με στόχο να περιορίσει το οπτικό του πεδίο και να του δυσκολέψει το σουτ.

 

Ένα – δύο: Δύο πάσες μεταξύ δύο παικτών που προσπερνούν έναν αμυντικό.

 

Ημίχρονο: Το ένα από τα δύο 45λεπτα μέρη ενός αγώνα και το διάλειμμα για ξεκούραση στη μέση ενός αγώνα. Διαρκεί συνήθως 15 λεπτά.

 

Καλύπτω την μπάλα (με το σώμα): Τοποθετώ το σώμα μου ανάμεσα στην μπάλα και τον αντίπαλο, για να την προστατέψω.

 

Κοντρολάρω: Σταματώ την πορεία της μπάλας με κάποιο μέρος του σώματος, με σκοπό να την ελέγξω.

 

Κουντεπιέ: Το πάνω μέρος του παπουτσιού, εκεί όπου βρίσκονται τα κορδόνια.

 

Μαρκάρω: Ακολουθώ έναν παίκτη διαρκώς για να μην παρει την μπαλα.

 

Μπαλιά τρύπα: Μια πάσα που γίνεται στην επίθεση προς το χώρο πίσω από τους αμυντικούς.

 

Ντριμπλάρω: Μετακινώ την μπάλα διατηρώντας τον έλεγχο της.

 

Οφσάιντ: Παράβαση των κανόνων όταν ένας επιθετικός δέχεται την μπάλα και τη στιγμή που γίνεται η πάσα υπάρχουν λιγότεροι από 2 παίκτες ανάμεσα σε αυτόν και το τέρμα.

 

Παρεμπόδιση:Πέναλτι: Απευθείας σουτ που εκτελείται από απόσταση 11 μέτρων από το τέρμα, όταν γίνει φάουλ μέσα στη μεγάλη περιοχή. Σε ορισμένες διοργανώσεις όταν ένα ματς λήγει ισόπαλο, ο νικητής αναδεικνύεται έπειτα από εκτελέσεις πέναλτι. Κάθε ομάδα εκτελεί από 5 με διαφορετικούς παίκτες. Αν οι ομάδες παραμένουν ισόπαλες, άλλοι παίκτες εκτελούν εναλλάξ από κάθε ομάδα μέχρι να αστοχήσει κάποιος.

 

Πλάγιο άουτ: Α.Η έξοδος της μπάλας από τον αγωνιστικό χώρο στην πλάγια γραμμή.

                        Β.Η επαναφορά της μπάλας με τα χέρια από το σημείο της πλάγιας γραμμής όπου βγήκε.

 

Πλεονέκτημα: Ο διαιτητής αφήνει το πλεονέκτημα όταν δεν σφυρίζει φάουλ επειδή η ομάδα που θα το κέρδιζε ωφελείται πιο πολύ από τη συνέχιση του παιχνιδιού.

 

Πλονζόν: Η εκτίναξη το πέσιμο του τερματοφύλακα για απόκρουση.

 

Προβολη: Η προσπάθεια ενός παίκτη να κόψει την μπάλα τεντώνοντας το ένα πόδι.

 

Προθέρμανση: Η προετοιμασία των παικτών πριν από το ματς. Επίσης λέγεται ζέσταμα.

 

Προσποίηση: Το ξεγέλασμα του αντιπάλου ώστε να μην καταλάβει προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί ο παίκτης με την μπάλα.

 

Σέντρα:  Α.Μπαλιά από τα πλάγια προς το κέντρο του γηπέδου, συνήθως προς τη μεγάλη περιοχή του αντιπάλου.

               Β.Η πρώτη πάσα που γίνεται όταν ξεκινάει το παιχνίδι ή ξαναρχίζει μετά από γκολ. Αλλιώς λέγεται εναρκτήριο λάκτισμα.

              Γ.Η βούλα στο κέντρο του γηπέδου, όπου γίνεται το εναρκτήριο λάκτισμα και η γύρω περιοχή.

 

Σκάβω(την μπάλα): Κλωτσάω την μπάλα ώστε αυτή να πάρει απότομη πορεία προς τα πάνω, είτε για σουτ είτε για σουτ, είτα για πάσα.

 

Σύστημα: Η διάταξη των παικτών μιας ομάδας στον αγωνιστικό χώρο.

 

Τάκλιν: Προσπάθεια να αποσπάσει ένας παίκτης την μπάλα από τον αντίπαλο χρησιμοποιώντας τα πόδια.

 

Τακτική: Τρόπος παιχνιδιού μιας ομάδας.

 

Τείχος: Μια σειρά αμυντικών που στέκονται κολλητά για να εμποδίσουν απευθείας σουτ σε ελεύθερο χτύπημα.

 

Φάλτσο: Κίνηση με καμπύλη που κάνει η μπάλα όταν περιστρέφεται πολύ γρήγορα γύρω από τον άξονα της.

 

Φάουλ: Η παράβαση των κανονισμών του παιχνιδιού.

 

 

Ποδοσφαιρική Αργκό


Αλλάζει παιχνίδι : Pίχνει μακρινή πάσα σε παίχτη που βρίσκεται στην άλλη πλευρά τού γηπέδου. Ομοίως μιλάμε για αλλαγή παιχνιδιού.
 

Πουλάει την μπάλα : Δίνει κατά λάθος και χωρίς ιδιαίτερη πίεση την μπάλα σε αντίπαλο παίχτη.

Κάνει/Πετυχαίνει το χατ τρικ : Βάζει το τρίτο του γκολ σ' έναν αγώνα.

Παίζει θέατρο : Προσποιείται πως τον έριξαν κάτω ή τον χτύπησαν προσπαθώντας έτσι να κερδίσει φάουλ ή πέναλτι. Η λέξη θέατρο χρησιμοποιείται και μόνη της π.χ. "έφαγε κάρτα για θέατρο" δηλ. ο διαιτητής χρέωσε κίτρινη κάρτα επειδή αντιλήφθηκε πως ο παίχτης προσπαθούσε να τον ξεγελάσει.

Παίρνει την φάση πάνω του : Επιλέγει να δώσει λύση μόνος του σε κάποια φάση. Σε επιθετική κίνηση, για παράδειγμα, μπορεί να σημαίνει πως αντί να δώσει πάσα, σουτάρει βάζοντας γκολ.

Διαβάζει την φάση : Ο αμυνόμενος παίχτης προβλέπει την κίνηση τού αντιπάλου με αποτέλεσμα να καταφέρει να ανακόψει την επίθεση.

Κρεμάει τον τερματοφύλακα : Ρίχνει ψηλοκρεμαστό σουτ προς την εστία έτσι που ο τερματοφύλακας πηδάει ψηλά με τα χέρια τεντωμένα δίχως όμως να μπορέσει να πιάσει την μπάλα. Συνήθως χρησιμοποιείται σε περίπτωση που σημειώνεται γκολ με αυτόν τον τρόπο.

Κάνει το κοντρόλ : Φροντίζει να αποκτήσει τον έλεγχο τής μπάλας που τού ήρθε από μακριά.

Παίζουνε το ένα-δύο : Δύο παίχτες κάνουν γρήγορη εναλλαγή τής μπάλας μεταξύ τους προσπερνώντας έτσι κάποιον αντίπαλο.

Σκίζει τα δίχτυα : Σημειώνει γκολ με δυνατό σουτ - Για ομάδα : σημαίνει πως σημείωσε πολλά γκολ.


Έχει τα σφυρίγματα : Έχει την διακριτική υποστήριξη τού διαιτητή.

Διασύρθηκε: Δέχτηκε πολλά γκολ από την αντίπαλη ομάδα δίχως να μπορέσει να ανταποδώσει.

 

Φέρνει το παιχνίδι στα ίσια : Σημείωσε τέρμα και ισοφαρίσει (το λέμε και για τον σκόρερ).

Γυρίζει το παιχνίδι (ή το ματς) : Από εκεί που έχανε βρίσκεται να προηγείται (και πάλι το λέμε και για τον σκόρερ).

Παίζει στο μισό γήπεδο : Βρίσκεται σε πολύ κλειστό αμυντικό παιχνίδι (συνήθως επειδή υστερεί σε ικανότητα) έτσι που το μεγαλύτερο μέρος τού παιχνιδιού να διεξάγεται στο δικό της μισό τού γηπέδου.


Δείχνει τ' αποδυτήρια : Σφυρίζει την λήξη τού αγώνα (επειδή παράλληλα δείχνει με τα δυο του χέρια προς τ' αποδυτήρια).

Εκτός φάσης : Κάτι του συμβαίνει μακριά από την μπάλα για παράδειγμα "ο παίχτης έκανε φάουλ εκτός φάσης".

Στημένη φάση : Φ
άουλ που εκτελείται οργανωμένα από καλή θέση έξω από την αντίπαλη εστία με καλές πιθανότητες να δώσει γκολ.

Δεν υπάρχει φάση : Για επιθετική ενέργεια που έφερε την μπάλα στα δίχτυα (ή παραλίγο να την φέρει) αλλά δεν μετράει σαν γκολ γιατί έχει προηγηθεί οφσάιτ.

Ξαφνικός θάνατος ή χρυσό γκολ : Γκολ στην παράταση που λήγει τον αγώνα υπέρ αυτού που το σημείωσε. Αυτός ο κανόνας δεν ισχύει πια παρά σε ορισμένες περιπτώσεις.

Ασημένιο γκολ : Γκόλ στην παράταση που αν δεν ισοφαριστεί μέχρι το ημίχρονο, καθορίζει τον νικητή.

Τα τσικό : Οι παιδικές/εφηβικές ομάδες που έχουν οι σύλλογοι.

 

Μονοκόμματο : Δυνατό σουτ με την μία, δίχως να στρώσει την μπάλα.
 

Μύτο ή Ξερόμυτο : Δυνατό σουτ με την μύτη τού παπουτσιού.
 

Τακουνάκι : Χτύπημα τής μπάλας με την φτέρνα.
 

Πλασέ : Καλοζυγισμένο, όχι τόσο δυνατό σουτ.
 

Ψαλιδάκι : Σούτ με τον παίχτη να κάνει ανάποδη βουτιά στον αέρα.
 

Ψαράκι : Κεφαλιά στον αέρα με βουτιά σε χαμηλό ύψος.
 

Ψηλοκρεμαστό : Σουτ που περνάει πάνω από παίχτες.
 

Σκαφτό : Σαν το ψηλοκρεμαστό, συνήθως από μικρή απόσταση. Λέγεται έτσι γιατί ο παίχτης κλωτσάει την μπάλα από πολύ χαμηλά, ας πούμε, σαν να έσκαβε το χώμα.

Μπακότερμα : Το είδος παιχνιδιού όπου ο τερματοφύλακας παίζει κανονικά σε όλες τις θέσεις και επιστρέφει όταν χρειάζεται (μάλλον από τα μπακ (δηλ. το αγγλ. back) και τέρμα). Κατ' επέκταση μπορεί να περιγράψει στο κανονικό ποδόσφαιρο κάποιον τερματοφύλακα που φεύγει στην επίθεση για να βοηθήσει την ομάδα.

 

Πίσω